Ἡ ἀλήθεια γιὰ τὴν ἀποτείχιση τοῦ π. Σταύρου
καὶ τὴν ἀντικανονικὴ καθαίρεσή του
μὲ πρόταση τοῦ Μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικολάου
Ὁ π. Σταῦρος Βάϊος δηλώνει ὅτι καμία προσωπικὴ διαφορὰ δὲν εἶχε μὲ τὸν τοπικὸ Ἐπίσκοπο, οὔτε ἤθελε νὰ τὸν θίξει ἢ καθ’ οἱονδήποτε τρόπο νὰ τὸν προσβάλει, ἡ δὲ συμπεριφορά του ἀπέναντι στὸν Ἐπίσκοπό του ἦταν πάντοτε ἄψογη.
Ὡς ὀρθόδοξος ἱερέας, ὅμως, ποὺ ἐνδιαφερόταν γιὰ τὰ πράγματα τῆς Ἐκκλησίας, ἔβλεπε μὲ ἀνησυχία ὅτι οἱ εὐαγγελικοὶ νόμοι, ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη, ἡ Ἱερὰ Παράδοση, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ οἱ Ἱεροὶ Κανόνες παρεβιάζοντο ἀσυστόλως ἀπὸ Πατριάρχες, Ἀρχιεπισκόπους, Μητροπολίτες καὶ ἱερεῖς· ἀπὸ αὐτοὺς δηλαδή, ποὺ εἶναι ταγμένοι νὰ τὰ τηροῦν πρῶτοι καὶ νὰ διαφυλάττουν τὴν ἀκρίβαια, τὴν αὐθεντικότητα καὶ τὴν ἀκεραιότητά τους. Ἄρχισε νὰ ἀντιλαμβάνεται τὴν προδοσία τῆς Πίστεως ποὺ συνετελεῖτο μὲ τοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους, τὶς συμπροσευχὲς καὶ κάθε εἴδους ἐπικοινωνίες καὶ χαριεντισμοὺς τῶν ἡγετῶν τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μὲ τοὺς «κάθε καρυδιᾶς καρύδι» αἱρετικούς. Μέχρι τότε, ὅλα αὐτὰ παρουσιάζονταν ὡς προσπάθειες νὰ κερδίσουμε τοὺς ἑτερόδοξους καὶ κάθε τόσο οἱ οἰκουμενιστὲς καὶ φιλοπαπικοὶ Ἐπίσκοποι διαβεβαίωναν ὅτι «τίποτα δὲν προδίδουμε» καὶ «ἔχουν γνῶσιν οἱ φύλακες».
Μετὰ ὅμως ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Πάπα στὴν Ἀθήνα (2001) καὶ χάρη στὰ Μ.Μ.Ε. καὶ τὸ Διαδίκτυο (Internet), παρουσιάστηκε ἀνάγλυφα καὶ στὶς πραγματικές του διαστάσεις ὅλο αὐτὸ τὸ σχέδιο ἁλώσεως τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τὸν παποκεντρικὸ καὶ προτεσταντικὸ Οἰκουμενισμό. Μὲ εἰδήσεις, δηλώσεις, κείμενα, φωτογραφίες καὶ βίντεο, ἀποκαλύφθηκε χειροπιαστὰ τί πραγματικὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ λεγόταν αἵρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τὸ ὁποῖο μέχρι τότε παρουσιαζόταν σὰν κάτι ἀόριστο, φευγαλέο καὶ ἄσαρκο, ὅπως ἐπίσης φάνηκε ξεκάθαρα ποιοί εἶναι οἱ ἡγέτες του καὶ οἱ συνοδοιπόροι τους ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ἐπίσης ὁ π. Σταῦρος Βάϊος, ὡς πνευματικὸς πατέρας, δεχόταν ἀδιάκοπα ἐρωτήματα σχετικὰ μὲ αὐτὰ τὰ γεγονότα, τὰ ὁποῖα —μετὰ καὶ τὰ νέα δεδομένα καὶ ἐξετάζοντάς τα στὸ φῶς τῆς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Ἁγίων— μόνον μία θεολογικὴ καὶ πατερικὴ ἀπάντηση ἐπιδέχονταν: ἀποτελοῦσαν προδοσία τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ ἄρα ἔπρεπε —κατὰ τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων— νὰ γίνει ἄμεσα ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ὅσους τὴν διακινοῦσαν καὶ τὴν κάλυπταν.
Ἔτσι, μετὰ ἀπὸ ὥριμη σκέψη καὶ προσευχή, κατέληξε στὴν μόνη ἔντιμη καὶ ἁγιοπατερικὴ ἀπόφαση, ποὺ συνταίριαζε τὴν Πίστη μὲ τὴν Πράξη καὶ στηριζόταν στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας: τὴν διακοπὴ τῆς Μνημονεύσεως τοῦ ἐπισκόπου του καὶ ἀποτείχιση, ἀφοῦ:
α) ὁ ἐπίσκοπος ἐπικοινωνοῦσε μὲ τὴν αἵρεση,
β) δὲν τὴν κατήγγειλε,
γ) δὲν λάμβανε τὰ ἀναγκαῖα μέτρα κατὰ τῆς αἱρέσεως (τὰ ὁποῖα ὑποχρεοῦτο νὰ λάβει ὡς ἐντολοδόχος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, ἐφ’ ὅσον ἐπέλεξε νὰ εἶναι ἐπίσκοπος εἰς τόπον καὶ τύπον Χριστοῦ)
καὶ δ) ὡς ἐκ τούτου δὲν ἀσφάλιζε τοὺς πιστούς ἀπέναντι στὴν αἵρεση, οὔτε κατονόμαζε τοὺς αἱρετικούς, ἀπὸ φόβο μὴν πέσει στὴν δυσμένεια ἐκείνων ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐξηρτᾶτο ἡ θέση του[1].
Τὴν ἀπόφασή του αὐτὴ ἔκανε γνωστὴ στὸν ἐπίσκοπό του, παρουσιάζοντας σὲ δεκάδες σελίδες καὶ μὲ πατερικὰ ἐπιχειρήματα τὶς ὀρθόδοξες θέσεις, χωρὶς δυστυχῶς νὰ λάβει οὐδεμία γραπτὴ θεολογικὴ ἀπάντηση ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο κ. Νικόλαο. Στὶς κατ’ ἰδίαν συζητήσεις τους (ὅπως γράφει στὴν β΄ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Φθιώτιδος), ὁ κ. Νικόλαος τοῦ εἶπε νὰ συμβουλευθεῖ τὸ Ἅγιο Ὄρος, ἰδίως τὸν π. Γεώργιο Καψάνη. Ἡ ἀπάντηση τοῦ π. Σταύρου Βαΐου ἦταν: Μὰ ἐναντίον τοῦ παπισμοῦ καὶ τοῦ οἰκουμενισμοῦ γράφει ἐπὶ δεκαετίες ὁ π. Γεώργιος Καψάνης. Εἶναι δυνατὸν τώρα νὰ ἀρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀλλάξει τοποθετήσεις;
Σὲ ἄλλη συζήτηση καὶ στὴν σταθερὴ ἀπόφαση τοῦ π. Σταύρου Βαΐου νὰ μὴν μνημονεύει τὸ ὄνομα τοῦ κ. Νικολάου, ὅσο ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς οἰκουμενιστές, ἡ «θεολογικὴ» ἀπάντηση τοῦ Φθιώτιδος ἦταν:
Γι’ αὐτὸ ἀρρώστησες, ἐπειδὴ δὲν μὲ μνημονεύεις σὲ τιμώρησε ὁ Θεός!
Ἐπίσης, ὁ π. Σταῦρος Βάϊος μνημονεύει περιπτώσεις σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖες ἀποδεικνύεται, ὅτι ὄχι μόνον δὲν προβληματίστηκε ὁ Φθιώτιδος, ἀλλὰ κάθε φορὰ ποὺ ἐτίθετο τὸ θέμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπὸ τὸν ἴδιο ἢ ἄλλους κληρικούς, δὲν ἔπαιρνε θέση ἀλλὰ σιωποῦσε.
Ἔτσι, φτάσαμε στὴν 13η Σεπτεμβρίου τοῦ 2007. Τότε, πάλι τηλεφωνικῶς, καὶ χωρὶς νὰ ἀρθρώσει ἀντιρρητικὸ θεολογικὸ λόγο σὲ ὅσα ἔγραψε ὁ π. Σταῦρος καὶ σὲ ὅσα προφορικῶς τὸν παρακάλεσε, ὁ Φθιώτιδος, τὸν κατηγόρησε ὅτι σκανδαλίζει τοὺς πιστοὺς μὲ αὐτὴ τὴν ὀρθόδοξη καὶ ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες προβλεπόμενη ἐνέργειά του (παύση μνημονεύσεως), καὶ ἔβαλε σὲ ἐνέργεια τὸ μόνο ἐξουσιαστικὸ ὅπλο ποὺ διέθετε: ἢ μὲ μνημονεύεις ἢ δρομολογῶ διαδικασίες ἐναντίον σου!
Βέβαια, εἶναι γνωστὲς ἐδῶ καὶ καιρὸ οἱ διαθέσεις τῶν Ἐπισκόπων ποὺ συμβαδίζουν μὲ τοὺς ἡγήτορες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ: ἡ καθαίρεση τῶν ἀγωνιζομένων κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ Παπισμοῦ ἢ ἀποτειχιζομένων ὀρθοδόξων κληρικῶν διὰ συνοπτικῶν Συνοδικῶν ἀποφάσεων, μὲ ἐπίκληση ἄσχετων Ἱερῶν Κανόνων καὶ ἡ δίωξη κάθε ἀποτειχισμένου πιστοῦ μὲ νομιμοφανεῖς ἐνέργειες. Παράδειγμα ἀποκαλυπτικὸ τῶν προθέσεών τους εἶναι ἡ παρακάτω, πραγματικὰ ἀπίστευτη εἴδηση, ποὺ πληροφορηθήκαμε ἀπὸ Ἁγιορεῖτες πατέρες:
«Προκαλεῖ βαθύτατη ὀδύνη καὶ θλίψη ἀφόρητη ἡ δήλωση στὴ Σύνοδο Προκαθήμενων Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 1992, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὅπως: “ὁμοφώνως καὶ ἐπισήμως καταδικάσουν σὲ παγκόσμια κλίμακα ὅλους τοὺς ἀποτειχισμένους ἐκ τοῦ ἐπαράτου οἰκουμενισμοῦ, κληρικούς, μοναχοὺς καὶ λαϊκούς, καὶ ἐκκινήσουν διωγμὸν ἐναντίον των”. Τότε ὁ ἀοίδιμος κ. Διόδωρος, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, ἀντεστάθη καὶ ματαίωσε τὸ κακόβουλον αὐτὸ σχέδιον, εἰπών: “Ὥστε ἅγιε ἀδελφέ, ἐπιτρέπεται νὰ ἀγκαλιάζωμεν ὅλους τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ἀλλοθρήσκους καὶ νὰ καταδιώκομεν τοὺς Ὀρθοδόξους ἀδελφούς μας; Δὲ θὰ τὸ δεχτῶ ποτὲ αὐτό”» (“Φωνὴ ἐξ Ἁγίου Ὄρους”, orthodoxos-agonas.blogspot.com).
Ἂς συνεχίσουμε, ὅμως, μὲ τὸν π. Σταῦρο Βάϊο, ὁ ὁποῖος γράφει στὴν προαναφερθεῖσα ἐπιστολή του πρὸς τὸν Φθιώτιδος:
Δηλαδή, Σεβασμιώτατε, ξεκινήσατε διαδικασίες ἐναντίον μου, ἐπειδὴ δὲν μνημονεύω τοῦ ὀνόματός σας, ὡσὰν «ἡ Ὀρθοδοξία νὰ κινδυνεύει ἀπὸ ἐμένα;». Κατὰ τὴν γνώμη σας, λοιπόν, ἐγὼ εἶμαι ὁ ὑπ’ ἀριθμὸν ἕνα κίνδυνος γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ποὺ πορεύομαι σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιταγὴ τῶν Ἱερῶν Κανόνων[2], καὶ ὄχι ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ ὅσοι μεγαλόσχημοι ἐπίσκοποι τὸν ἀκολουθοῦν στὴν παράβαση δεκάδων Ἱερῶν Κανόνων, ἀλλὰ κυρίως στὴν κατάργησή τους διὰ τῶν συστηματικῶν καταστρατηγήσεών τους;
Ἀφοῦ, λοιπόν, εἶναι τόσο εὐαίσθητος σὲ θέματα Πίστεως ὁ κ. Νικόλαος καὶ αὐστηρὸς τηρητὴς τῶν Ἱερῶν Κανόνων, ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ πρόσωπό του, γιατί δὲν φέρθηκε ἀνάλογα (εἴτε ὡς ἱερέας εἴτε ὡς ἐπίσκοπος), ὅταν ἡ «προσβολὴ» δὲν ἀπευθύνετο σὲ κάποιο δεσποτικὸ πρόσωπο, ἀλλὰ στὸ πρόσωπο τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Δὲν ἀποτελοῦν ἄραγε προσβολὴ τοῦ Θεοῦ ἡ παραβίαση ἀπὸ τοὺς πατριάρχες Ἀθηναγόρα, Δημήτριο, Βαρθολομαῖο καὶ ὅσων ἄλλων Οἰκουμενιστῶν Ἐπισκόπων, τῶν θεοπνεύστων Ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν νὰ δίδονται δῶρα σὲ αἱρετικοὺς, ἀπαγορεύουν τὶς συμπροσευχές, τὶς συνευλογίες, τὰ ἡμι-συλλείτουργα μὲ παπικούς, προτεστάντες, ραββίνους καὶ μασώνους;
Γιατί δὲν ἀντέδρασε ὅταν πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι, ἐπίσκοποι δίδαξαν ἀπὸ ἐπίσημα ἐκκλησιαστικὰ βήματα (ἢ ναοὺς αἱρετικῶν), σὲ ἐκκλησιαστικὰ ἔντυπα ἢ καὶ μέσα στὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας ὅτι Ὀρθοδοξία, Παπισμὸς καὶ Προτεσταντισμὸς εἶναι «ἀδελφὲς ἐκκλησίες», ἢ ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Μία καὶ διηρημένη» καὶ δὲν ταυτίζεται (ὡς ἐκ τούτου) μὲ τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως;
Καὶ ἂν ἰσχυρισθεῖ, ὅτι δὲν τὸ ἔκανε, γιατὶ δὲν ἔχει ἁρμοδιότητα νὰ ἐλέγχει ἄλλους ἐπισκόπους, θὰ τὸν ἐλέγξουν οἱ Ἅγιοι —μὲ πρῶτον τὸν Μέγα Βασίλειο— ποὺ διδάσκουν, ὅτι ὅταν πρόκειται περὶ τῆς Πίστεως, δὲν ἰσχύουν τὰ τοπικὰ ὅρια, ἀλλὰ ὀφείλουμε νὰ καταγγέλλουμε τὴν αἵρεση κι ἂν ἀκόμα φωλιάζει σὲ φαναριώτικα πατριαρχικὰ μέγαρα. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος, μολονότι Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, χάριν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως “εἰσεπήδησε” στά ἐκκλησιαστικὰ πράγματα τῆς Κων/πόλεως, ὅταν ἄρχισε ὁ αἱρετικὸς Νεστόριος τὴ διδασκαλία τῶν κακοδοξιῶν του[3].
Ἀλλὰ καὶ πάλι, τί θὰ ἰσχυριστεῖ γιὰ τὸν συνεπίσκοπό του Μεσσηνίας Χρυσόστομο, ποὺ καταγγέλθηκε ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφεὶμ ἐπὶ αἱρέσει; Γιατί δέχθηκε τὴν «ἀθώωσή του» ἀπὸ τὴν Ἱερά Σύνοδο; Γιατί δὲν τὸν κατήγγειλε αὐτὸς πρῶτος, ἀφοῦ εἶναι τόσο εὐαίσθητος στὴν ἐφαρμογὴ τῶν Νόμων; Γιατί, ἁπλούστατα, δὲν τὸν ἐνδιαφέρει ἡ τήρηση τῶν Νόμων, καὶ μάλιστα τῆς Πίστεως, ἀλλὰ ἡ καθυπόταξη ἑνὸς φτωχοῦ παπᾶ, φοβούμενος μήπως καὶ τὸν μιμηθοῦν ἄλλοι καὶ ἀρχίσουν οἱ ἀμφισβητήσεις τῆς ἐξουσίας του.
Κατὰ τὸν Φθιώτιδος, λοιπόν, ἡ Ὀρθοδοξία κινδυνεύει ἀπὸ ἕναν παπὰ τῆς Λαμίας, καὶ δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές! Κινδυνεύει ἀπὸ ἕναν ἄρρωστο καὶ συνταξιοῦχο παπά, καὶ δὲν κινδυνεύει ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀρνοῦνται τὸ ἔνατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καὶ διδάσκουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία «εἶναι Μία, ἀλλὰ διηρημένη», ποὺ ἔχουν εἰσαγάγει τὴν αἵρεση τῆς βαπτισματικῆς θεολογίας στὴν Ἐκκλησία, ποὺ μεταφράζουν τὰ ἱερὰ κείμενα παρὰ τὴν Ἐντολὴ τῆς ἴδιας τῆς Ἱεραρχίας νὰ μὴν εἰσάγουν αὐτὴ τὴν καινοτομία στὴν Ἐκκλησία; Καὶ ἂν δὲν ἀπατώμεθα, ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ συμφωνεῖ μὲ ἐκείνους ποὺ ἀρνοῦνται τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποδεικνύονται ἀνυπάκοοι στὴν τελευταία Ἐντολὴ τῆς Ἱεραρχίας, εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ Μητροπολίτης Φθιώτιδος!!! Δάσκαλε ποὺ δίδασκες! Ἀλλὰ δεσπότης εἶναι· ὅ,τι θέλει κάνει, οἱ νόμοι ἰσχύουν γιὰ τοὺς ἄλλους, ὄχι γι’ αὐτόν.
Πρὶν προχωρήσουμε στὴν ἀφορμὴ τῆς καθαιρέσεως τοῦ π. Σταύρου, εἶναι ἀνάγκη νὰ σημειώσουμε τὴν ἀπάντησή του στὴν κατηγορία τοῦ δεσπότη ὅτι εἶναι «παλαιοημερολογίτης». Ἀπαντᾶ λοιπόν· ὅτι δὲν εἶναι «παλαιοημερολογίτης» (μὲ τὴν ἔννοια τῆς προσχωρήσεως σὲ παλαιοημερολογίτικες παρατάξεις), ὅπως δὲν εἶναι παλαιοημερολογίτες καὶ τὰ περισσότερα ὀρθόδοξα πατριαρχεῖα, ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο-Ἑορτολόγιο. Ἀλλά, εἶπε, «θὰ εἶναι τιμὴ γιὰ μένα νὰ κάνω χρήση ἔστω καὶ τοῦ ἡμερολογιακοῦ ἐργαλείου, τὸ ὁποῖο βοήθησε τόσους ἁγίους καὶ Μάρτυρες τῆς ὀρθοδόξου πίστεως». Δι’ αὐτῶν φαίνεται ξεκάθαρα ὅτι οὐδέποτε ἐνετάχθη σὲ ὁποιαδήποτε ὁμάδα τῶν λεγομένων «παλαιοημερολογιτῶν» τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ γνωρίζοντας ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου-Ἑορτολογίου ὑπῆρξε ἕνα ἀπὸ τὰ μέσα τῶν Οἰκουμενιστῶν γιὰ τὴν καθυπόταξη τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωρεῖ ὅτι τὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο-Ἑορτολόγιο —ἂν καὶ δὲν ἀποτελεῖ δογματικὸ ζήτημα— εἶναι τὸ παραδοσιακὸ Ἡμερολόγιο-Ἑορτολόγιο, στὸ ὁποῖο πρέπει νὰ ἐπιστρέψουμε, ἀφοῦ ἐξ ἄλλου αὐτὸ δέχεται ἡ πλειοψηφία τοῦ ὀρθόδοξου κόσμου, ὅπως ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, τῶν Ἱεροσολύμων, τῆς Σερβίας, τῆς Βουλγαρίας, τὸ Ἅγιο Ὄρος κ.ἄ.
Καὶ ἐρχόμαστε τώρα στὴν ἀφορμὴ τῆς καθαιρέσεως τοῦ π. Σταύρου Βαΐου.
Ἕως τὶς πρῶτες μέρες τοῦ Μαρτίου τοῦ 2009 καὶ ἐπὶ δύο χρόνια, ὁ Φθιώτιδος κ. Νικόλαος ἀνεχόταν τὴν μὴ μνημόνευση τοῦ ὀνόματός του ἀπὸ τὸν π. Σταῦρο, ἀναμένοντας τὴν διόρθωσίν του (ὅπως ὁ ἴδιος γράφει στὸ ὑπ’ ἀριθ. Πρωτ. 203/5-3-2009 ἔγγραφο). Κατὰ τὴν γνώμη μας, αὐτὸ τὸ ἔκανε φοβούμενος, ὅτι μιὰ τιμωρία τοῦ π. Σταύρου —ποὺ δὲν ἔκανε τίποτα ἄλλο, παρὰ νὰ ἐφαρμόζει συγκεκριμένους Ἱεροὺς Κανόνες περὶ διακοπῆς μνημοσύνου— θὰ ξεσήκωνε θύελλα διαμαρτυριῶν καὶ θὰ τὸν ἐξέθετε. Ἂς σημειωθεῖ ἐδῶ, ὅτι ὁ π. Σταῦρος εἶναι ἕνας εὐλαβής, ἠθικός, ἄμεμπτος καὶ ἀκατηγόρητος κληρικός, ποὺ χαίρει τῆς ἐκτιμήσεως καὶ τοῦ σεβασμοῦ ἑκατοντάδων πνευματικῶν του τέκνων.
Ὅμως τότε, συνέβη ἕνα δυσάρεστο γεγονός. Ἕνας νέος ἄνθρωπος, ὁ Ἀπόστολος Σταφύλης, συνειδητὸ καὶ ἐνεργὸ μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, πνευματικὸ τέκνο τοῦ π. Σταύρου Βάϊου —ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἀποτειχισμένος— ἐκοιμήθη. Καὶ ζῶν ἔτι, εἶχε ἐκφράσει τὴν θέλησή του (τὴν ὁποία σεβάστηκαν οἱ δικοί του), ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία του νὰ γίνει ἀπὸ ἀποτειχισμένο ἱερέα.
Ἐδῶ, λοιπόν, βρῆκε ἀφορμὴ ὁ τηρητὴς τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ «φιλεύσπλαχνος» Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος νὰ παρουσιάσει τὸ ὀρθόδοξο μεγαλεῖο τῆς ψυχῆς του. Ἀπαγόρευσε νὰ κηδευθεῖ ὁ νεκρός ἀπὸ τὸν π. Σταῦρο! Γιατί; Ἐπειδὴ ἀκριβῶς, ὁ ὀρθόδοξος π. Σταύρος Βάϊος δὲν τὸν ἐμνημόνευε. Ἀγνοοῦσε, ἄραγε, ὁ Φθιώτιδος, ὅτι ὑπάρχει Ἐγκύκλιος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ποὺ δίνει τὴν ἄδεια νὰ διαβάζεται ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία παπικοῦ ἢ προτεστάντη μέσα στὸν Ὀρθόδοξο Ἱ. Ναὸ ἀπὸ ἱερέα ἄλλου δόγματος, ὅταν δὲν ὑπάρχει ἐκεῖ ναὸς τοῦ δόγματος αὐτοῦ; Κι ἂν αὐτὸ ἐπιτρέπεται γιὰ ἕναν αἱρετικό, γιατί δὲν ἐπιτρέπεται γιὰ ἕναν ὀρθόδοξο ἀποτειχισμένο; Ἐπιλεκτικά, κατὰ τὸ δοκοῦν καὶ τὸ συμφέρον του ἐφαρμόζει τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς νόμους ὁ σεβασμιώτατος μητροπολίτης Φθιώτιδος;
Καὶ ὦ τῆς ὑποκρισίας! Ὁ μητροπολίτης Φθιώτιδος βρῆκε ἐπιτέλους τὴν ἀληθοφανῆ ἀφορμὴ ποὺ δυὸ χρόνια περίμενε, «σκυλεύοντας» ἕναν νεκρὸ καὶ χρησιμοποιώντας τὸν θάνατό του, γιὰ νὰ πλήξει τὸν συλλειτουργό του π. Σταῦρο, ὁ ὁποῖος δέχτηκε, κατὰ τὴν ἐπιθυμία τῆς οἰκογένειας τοῦ νεκροῦ, νὰ τελέσει τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία σὲ ἕναν Ναὸ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Φθιώτιδος ἀπαγόρευσε ἡ κηδεία νὰ γίνει σὲ νεοημερολογίτικο ναό. Εἴπαμε στὸν π. Σταῦρο, πὼς δὲν μᾶς βρίσκει σύμφωνους ἡ λύση αὐτὴ ποὺ τότε ἔδωσαν. Θὰ ἦταν προτιμότερο νὰ διαβαστεῖ ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία κατευθείαν στὸ κοιμητήριο. Ἀλλὰ ἐκείνη τὴν τραγικὴ στιγμή, ποὺ εἶχε πέσει βαρὺ τὸ πένθος στὴν νεαρὴ σύζυγο καὶ στοὺς συγγενεῖς τοῦ κεκοιμημένου καὶ κάτω ἀπὸ τὴν πίεση τῶν πραγμάτων, εἶχαν τὴν πολυτέλεια οἱ πονεμένοι ἐκεῖνοι ἄνθρωποι γιὰ ἰδανικὲς λύσεις;
Ἔτσι, παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ π. Σταῦρος δὲν πέταξε σὰν σκυλὶ τὸ πνευματικὸ του παιδί, ἀλλὰ τὸ διάβασε σὲ ἕναν ναὸ τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, ὁ Φθιώτιδος —ἀφοῦ αὐτό τό θεώρησε μεγίστη παράβαση— κίνησε τὴν διαδικασία διώξεως τοῦ π. Σταύρου· τὸν κατήγγειλε καὶ τὸν παρέπεμψε νὰ δικασθεῖ.
Γιατὶ ὁ μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος, φέρθηκε μὲ τέτοια σκληρότητα πρὸς τὸν π. Σταῦρο καὶ τὴν οἰκογένεια τοῦ ἀειμνήστου Ἀποστόλου, καὶ μάλιστα μὲ ἀφορμὴ τὴν κηδεία; Ἀσφαλῶς γιατὶ ἤθελε νὰ εἶναι —τάχα— τηρητὴς αὐστηρῶν ἢ ἀνύπαρκτων γιὰ τὴν περίπτωση ἐκκλησιαστικῶν Νόμων καὶ Κανόνων τῆς Πίστεως.
Ἂς τοῦ θυμίσουμε, λοιπόν, ὅτι αὐτὸς ὁ παπὰς στὸν ὁποῖο ἀπαγόρευσε νὰ κηδέψει τὸ πνευματικό του παιδί, κι αὐτὸς ὁ πιστὸς τοῦ ὁποίου τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία ἀπαγόρευσε, δὲν ἦσαν οὔτε πλούσιοι, οὔτε αὐλοκόλακες, οὔτε Οἰκουμενιστές, οὔτε αἱρετικοί, οὔτε αὐτόχειρες, οὔτε συγγενεῖς ὑπουργοῦ, ἀλλὰ ἁπλῶς ἀποτειχισμένοι. Ἂν ἦσαν κάτι ἀπὸ τὰ παραπάνω, τότε θὰ εὑρίσκετο εὔκολα λύση, ὅπως βρῆκαν σὲ ἄλλες περιπτώσεις λύση: πρόσφατα ὁ μητροπολίτης Πατρῶν καὶ παλαιότερα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν (ἐπιτρέποντας τὴν κηδεία σὲ αὐτόχειρες)· καὶ πιὸ παλιὰ ὁ μητροπολίτης Καλαβρύτων, ποὺ βρῆκε λύση γιὰ τὴν κήδευση μητέρας γνωστῆς ὑπουργοῦ, ἡ ὁποία ἀνῆκε σὲ αἱρετικὴ παραφυάδα, ἀλλὰ διαβάστηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ Βαλιμητίκων Αἰγίου, γιατὶ ὁ τοπικὸς μητροπολίτης ζήτησε καὶ τοῦ ἐστάλη ἡ εἰδικὴ Ἐγκύκλιος, ποὺ «ἐθεράπευε» τέτοιες περιπτώσεις!
Στὸ σημεῖο αὐτὸ δημιουργήθηκε κάποιο πρόβλημα. Οἱ διάφορες ἀπειλὲς —μὲ κυριότερη τὴν καθαίρεση—, ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ π. Σταύρου ἀπὸ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὸν εἶχαν ὁπλίσει μὲ θεολογικὰ ἐπιχειρήματα γιὰ νὰ προχωρήσει στὴν διακοπὴ μνημοσύνου, ἔκαναν ὥστε νὰ μείνει μόνος στὴν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος καὶ γι’ αὐτὸ ἐστράφη καὶ ἀναζήτησε βοήθεια σὲ δικηγόρους ποὺ ἐγνώριζαν τὰ θέματα αὐτά. Ἐκεῖνοι, ἀνήκοντες στὸν χῶρο τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, ἐθεώρησαν καλό, νὰ τονίσουν ὡς ὑπερασπιστικὴ γραμμὴ (ποὺ θὰ ἐνίσχυε τὴν θέση του) ὅτι ἀνήκει στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο τῶν Γ.Ο.Χ., ἐνῶ ὁ π. Σταῦρος ἀκολουθοῦσε μόνον τὸ Παλαιὸ Ἑορτολόγιο, χωρὶς —ὅπως ἤδη ἐτονίσαμε— νὰ ἔχει ἐνταχθεῖ σὲ ὁποιαδήποτε παλαιοημερολογίτικη παράταξη ἢ νὰ ἔχει ἀποδεχθεῖ τὶς ἀλληλοσυγκρουόμενες ἐκκλησιολογικὰ καὶ δογματικὰ τοποθετήσεις ὁποιασδήποτε παράταξης.
Μία παράμετρο, ὅμως, δὲν ἐζύγισε ὅπως καὶ ὅσο ἔπρεπε ὁ π. Σταῦρος —καὶ πῶς θὰ μποροῦσε, ἄλλωστε· ὄντας ἀπομονωμένος ἀπὸ ἐκείνους τοῦ ἀντι-οἰκουμενιστικοῦ χώρου, ποὺ μποροῦσαν κι ἔπρεπε νὰ τοῦ συμπαρασταθοῦν καὶ νὰ τὸν συμβουλεύσουν, ἀλλὰ καὶ ὡς ἄπειρος ἄνθρωπος περὶ τὶς νομικὲς ὑποθέσεις, ἐμπιστευόμενος ἀπολύτως τοὺς νομικοὺς ἐκπροσώπους του. Στὴν πορεία τοῦ ἀγῶνα του καὶ καθὼς ἐνεπλάκη σὲ δικαστικὲς καὶ δικηγορικὲς πρακτικές, ποὺ χρησιμοποιοῦν λόγο, ὁρολογίες καὶ μεθοδεύσεις ἀσύμβατες γι’ αὐτὸν —μὲ τὸν πρᾶο καὶ ἥσυχο χαρακτῆρα του— ἐδέχθη, κάτω ἀπὸ τὴν πίεση τῶν πραγμάτων, λεκτικὲς διατυπώσεις οἱ ὁποῖες δὲν ἐξέφραζαν πάντα τὴν ἀπὸ ἐτῶν συνειδητὴ ἐπιλογή του.
Ἔτσι, ὑπὸ πίεση καὶ συναισθηματικὴ φόρτιση ἀπὸ τὴν ἀπαγόρευση τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου νὰ πραγματοποιήσει τὴν κηδεία τοῦ ἀγαπημένου του πνευματικοῦ τέκνου, ζώντας μέσα σ’ ἕνα κλίμα ἀπειλῶν καὶ διώξεως ἀπὸ ἕναν ἐπίσκοπο, τὸν ὁποῖο σὲ τίποτα δὲν εἶχε βλάψει, καὶ προσπαθώντας νὰ ἀποσείσει ἀπὸ πάνω του αὐτὸ τὸ πρωτόγνωρο βάρος, δέχτηκε νὰ γραφεῖ, πὼς ἀνήκει στὸ Παλαιὸ Ἡμερολόγιο (συγκεκριμένα στοὺς «παλαιοημερολογῖτες» Γ.Ο.Χ.), χωρὶς νὰ ἐπισημάνει ὅσο ἔπρεπε, ὅτι μ’ αὐτὸ ἐννοοῦσε (ὅπως εἴδαμε ὅτι ἐτόνισε στὴν πρὸς τὸν μητροπολίτη του β΄ ἐπιστολή), ὅτι ἀκολουθεῖ τὸ Ἡμερολόγιο-Ἑορτολόγιο ποὺ ἴσχυε πρὶν τὸ 1924 καὶ ὄχι ὅτι ἐνετάχθη σὲ παράταξη τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Εἶναι τὸ Ἑορτολόγιο ποὺ ἀκολουθοῦν ἀκόμα καὶ σήμερα τὸ Ἅγιο Ὄρος καὶ οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τῶν Ἱεροσολύμων, τῆς Ρωσίας, τῆς Σερβίας, τῆς Βουλγαρίας κ.λπ., ἀλλὰ —δυστυχῶς— τὸ Ἑορτολόγιο ἀπὸ μόνο του δὲν τὶς ἐμπόδισε νὰ ἔχουν ἐπικοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς οἰκουμενιστές. Μαζὶ μὲ ἄλλα καὶ αὐτὸ τὸ σημεῖο, ποὺ περιέχεται στὰ ἔγγραφα τὰ ὁποῖα ἐστάλησαν στὴν Ἱερὰ Σύνοδο, ἐκμεταλλεύτηκαν ὁ διώκτης του Μητροπολίτης καὶ οἱ δικαστές του γιὰ νὰ τὸν καθαιρέσουν.
Ἡ καθαίρεση, ὅμως, τοῦ π. Σταύρου Βαΐου πάσχει τυπικά, καὶ ἂν προσβληθεῖ σὲ ἀνώτερο δικαστήριο θὰ δικαιωθεῖ. Διότι στὸ κατηγορητήριο (ἀνάμεσα στὶς ἄλλες ἀβάσιμες κατηγορίες) περιλαμβάνεται —καὶ ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν γιὰ τὴν ἔκδοση τῆς καταδικαστικῆς ἀποφάσεως— καὶ ἡ κατηγορία τῆς ἀποτειχίσεώς του. Ἀλλά, ὅπως σημειώσαμε, ἡ πράξη τῆς διακοπῆς τῆς μνημονεύσεως τοῦ ἐπισκόπου γιὰ θέματα Πίστεως δὲν εἶναι παράνομη πράξη ἢ τιμωρούμενη, ἀφοῦ προβλέπεται ἀπὸ ἰσχύοντες Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἶναι ἀσφαλιστικὴ δικλείδα καὶ ἰσχυρότατο ὅπλο στὰ χέρια τῶν ἱερέων, ποὺ ὀρθὰ χρησιμοποιούμενο μπορεῖ νὰ θέσει φρένο στίς, ὡς πρὸς τὴν πίστη, αὐθαιρεσίες τῶν ἐπισκόπων.
Στὴν Πατριαρχικὴ Σύνοδο, ποὺ ἀναφέραμε παραπάνω, εἴδαμε πώς, ἂν καὶ ἐτέθη ὡς πρόταση: ἡ λήψη ἀποφάσεως γιὰ τὴν καθαίρεση τῶν ἀποτειχισμένων (πρόταση ἡ ὁποία συνάδει μὲ τὸ πνεῦμα ποὺ διέπει τοὺς οἰκουμενιστὲς «ὀρθόδοξους» ἡγέτες), αὐτὴ ἡ πρόταση δὲν ἔγινε ἀποδεκτή, λόγω τῆς ἀντιδράσεως τοῦ τότε Πατριάρχη Ἱεροσολύμων. Ἀπεναντίας δέ, ὅπως προβλέπεται ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, πρέπει νὰ ἐπαινοῦνται καὶ νὰ ἀξιώνονται ἰδιαιτέρας τιμῆς, γιὰ τὴν πράξη τους αὐτή, οἱ κληρικοὶ ποὺ ἀποτειχίζονται, διότι διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ ὄχι μόνον δὲν προβαίνουν σὲ σχίσμα ἀλλὰ —ἀκριβῶς— ἀπαλλάσσουν τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὰ σχίσματα.
Ἂς θυμίσουμε πάλι, ὅτι τὴν διακοπὴ μνημονεύσεως καὶ ἀποτειχίσεως εἶχε καταστήσει γνωστή, τρία χρόνια πρὶν τὴν καθαίρεσή του, στὸν διοικητικό του προϊστάμενο, μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικόλαο, μὲ πολυσέλιδα καὶ θεολογικῶς κατοχυρωμένα κείμενα, τὰ ὁποῖα ὁ Φθιώτιδος, δὲν ἀντέκρουσε ὡς εἶχε ἠθικό, ποιμαντικὸ καὶ νομοκανονικὸ χρέος νὰ πράξει, μὴ ἔχων ἀσφαλῶς ἐπιχειρήματα, ἀρκούμενος σὲ προφορικὲς νουθεσίες-διαταγές, νομίζοντας πὼς θὰ τὸν πείσει νὰ τὸν μνημονεύει, ἀφοῦ ὣς τότε, ποτὲ ὁ π. Σταῦρος δὲν εἶχε δώσει καμία ἀφορμὴ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Μητροπολίτης τὸ ἀναγνωρίζει αὐτό, γράφων πὼς οἱ πιστοὶ σᾶς ἐκτιμοῦσαν καὶ σᾶς ἐσέβοντο.
Δημοσιεύουμε τὸ παρὸν κείμενο γιὰ νὰ καταγραφεῖ ἡ ἀλήθεια τῶν γεγονότων σχετικὰ μὲ τὴν καθαίρεση τοῦ π. Σταύρου Βαΐου καὶ νὰ φανεῖ γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ὁ ἐξουσιαστικὸς τρόπος —ἀπότοκος τοῦ αὐθαίρετου καὶ ὁλοκληρωτικοῦ ἐξουσιαστικοῦ καθεστῶτος ποὺ ἔχει ἐπιβληθεῖ στὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία μας— μὲ τὸν ὁποῖο οἱ συγκεκριμένοι μητροπολίτες τῆς ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας διαχειρίζονται τὰ θέματα ποὺ ἅπτονται τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, παραβιάζοντας τὴν ἐλευθερία καὶ τὸ αὐτεξούσιο τοῦ προσώπου τῶν ἰδίων τῶν κληρικῶν της, ποὺ τολμοῦν —χρησιμοποιοῦντες συγκεκριμένους Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας— νὰ προβαίνουν, κατὰ συνείδηση, σὲ ἁγιοπατερικὴ ἀντιμετώπιση θεμάτων Πίστεως, ὅπως ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Θεσσαλονίκη, 16 Νοεμβρίου 2010
Γιὰ τὴν «Φιλορθόδοξο Ἕνωσι “Κοσµᾶς Φλαµιᾶτος”»
Ὁ Πρόεδρος Λαυρέντιος Ντετζιόρτζιο
Ὁ Γραµµατέας Παναγιώτης Σηµάτης
Το παρόν προσυπογράφει και ο Ορθόδοξος Χριστιανικός Αγωνιστικός Σύλλογος
ΑΓ.ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ έδρα Λάρισα Βόλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου